habillement - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

habillement - translation to Αγγλικά


habillement         
n. clothing, dressing; apparel, dress
habile      
skilful, cunning, adroit, skilled; clever, smart, bright; dexterous, nimble, deft
habillé      
dressy, clotted, clad, dressed

Βικιπαίδεια

Habillement
* Au sens premier, le mot habillement désigne les vêtements, usuels ou particuliers (vêtement professionnel, vêtement de sport, vêtement d'alpinisme, vêtement liturgique, etc.) ainsi que les éléments accessoires (chaussures, couvre-chefs, écharpes, cravates, gants, sacs à main, bijoux et autres « accessoires de mode ») qui ne font pas partie des vêtements.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για habillement
1. Quant aux enseignes Beach Mountain (habillement), Molino (restauration) et Bonne Occase (habillement de marque ŕ prix discount), elles seront cédées ultérieurement ŕ d‘autres acheteurs.
2. On confond souvent haute couture et habillement traditionnel ", dit–elle.
3. Son habillement et son comportement ont accentué les soupçons de la police", a expliqué Scotland Yard.
4. Malgré les deux particules de son nom, ses manières et son habillement sont simples.
5. De lŕ, des gestes absurdement mesurés, des poses exagérées, et surtout son habillement.